Η κατάχρηση σε γενετήσια πράξη, τυποποιείται στο άρθρο 343 του Ποινικού Κώδικα. Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανωτέρω ποινική διάταξη:

«Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τιμωρούνται: α) όποιος υποχρεώνει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης, με κατάχρηση σχέσης εργασιακής εξάρτησης οποιασδήποτε φύσης, β) όποιος υποχρεώνει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης, εκμεταλλευόμενος την θέση του παθόντος, ως προσώπου, το οποίο αναζητά εργασία, γ) οι διορισμένοι ή οπωσδήποτε εργαζόμενοι σε φυλακές ή άλλα κρατητήρια, σε αστυνομικές υπηρεσίες, σε σχολές, παιδαγωγικά ιδρύματα, νοσοκομεία, κλινικές ή κάθε είδους θεραπευτικά καταστήματα ή σε άλλα ιδρύματα προορισμένα να περιθάλπουν πρόσωπα που έχουν ανάγκη από βοήθεια αν, με κατάχρηση της θέσης τους, υποχρεώσουν σε γενετήσια πράξη πρόσωπο που έχει εισαχθεί σε αυτά τα ιδρύματα.»

Το έννομο αγαθό το οποίο επιδιώκει να διαφυλάξει ο νομοθέτης, είναι η διαφύλαξη καθαρών από γενετήσιες επιδιώξεις ορισμένων σχέσεων εργασιακής ή άλλης, από αυτές που αναφέρονται στη διάταξη εξάρτησης. Ως εκ τούτου, επιδιώκεται η προστασία της γενετήσιας ελευθερίας των προσώπων αυτών, τα οποία βρίσκονται σε κάποια σχέση εξάρτησης από τον δράστη.

Σύμφωνα με την παρούσα ποινική διάταξη, εντοπίζονται τρεις επιμέρους τρόπου τέλεσης του εγκλήματος.

Η πρώτη μορφή του εγκλήματος καταφάσκεται με την κατάχρηση της εργασιακής σχέσης και συνίσταται στην επιχείρηση είτε ανοχή γενετήσιας πράξης, με  πρόσωπο που βρίσκεται σε σχέση εργασιακής εξάρτησης από το δράστη, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Ως τέτοιο άτομο θεωρείται στον δημόσιο τομέα όχι μόνον κάποιος άλλος δημόσιος υπάλληλος (ενδεχομένως προϊστάμενος του θύματος) αλλά και ιδιώτης του οποίου κάποια υπόθεση χειρίζεται ο δράστης στο πλαίσιο της δημόσιας υπηρεσίας. Στον ιδιωτικό τομέα αντιστοίχως δράστης μπορεί να είναι εκείνος έναντι του οποίου το θύμα βρίσκεται σε σχέση εν γένει εργασιακής εξάρτησης.

Θύμα της αξιόποινης πράξης, δεν μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε, αλλά μόνο το πρόσωπο το οποίο τελεί σε εργασιακή εξάρτηση από τον δράστη. Για την κατάφαση της αξιόποινης πράξης, θα πρέπει να έχει τελεστεί γενετήσια πράξη, η οποία επετεύχθη με κατάχρηση της σχέσης εργασιακής εξάρτησης του θύματος από τον δράστη. Τούτο συμβαίνει όταν η υπηρεσιακή σχέση, χρησιμοποιήθηκε από τον δράστη για τη διαμόρφωση της βούλησης του θύματος να τελέσει γενετήσια πράξη με τον δράστη, ήτοι με την εκμετάλλευση της εργασιακής σχέσης ώστε το θύμα να δεχτεί να τελέσει την πράξη.

Ο νέος ποινικός κώδικας έχοντας αποδομήσει την έννοια της ασελγούς πράξης (στην οποία περιλαμβάνονταν όχι μόνο η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας πράξεις, αλλά ακόμα και οι ψαύσεις, θωπείες γεννητικών οργάνων κ.λπ) ήλθε να την αντικαταστήσει με τον ακριβέστερο όρο «γενετήσια πράξη», η οποία περιλαμβάνει τη συνουσία και τις ίσης βαρύτητας με τη συνουσία πράξεις (π.χ. η παρα φύσιν συνουσία, η πεολειχία, η αιδοιολειχία, ο ετεροαυνανισμός κ.λπ.). Έτσι, καθίσταται πλέον καταφανές, πως στην έννοια της γενετήσιας πράξης ΔΕΝ μπορεί να συμπεριληφθεί τίποτα «λιγότερο» από την συνουσία και τις ίσης βαρύτητας με αυτή γενετήσιες πράξεις.

Τοιουτοτρόπως και υπό αυτή τη βάση κριθέν κατανοούμε πως οι χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα, αποτελούν ενέργειες ήσσονος σημασίας σε σχέση με τις πράξεις γενετήσιου χαρακτήρα, όπου ως τέτοιες, είναι η συνουσία και οι ισοβαρείς με αυτή πράξεις. Έτσι, οι ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ γενετήσιου χαρακτήρα συνιστούν ελαφρότερες ερωτικές (ήσσονος βαρύτητας σε σχέση με τη συνουσία πράξεις), οι οποίες δεν κατατείνουν στην γενετήσια πράξη και ως εκ τούτου Δεν μπορούν να υποστηρίξουν την τέλεση της παρούσας αξιόποινης πράξης.

Δεύτερη μορφή του εγκλήματος αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία, το θύμα δεν συνδέεται ακόμα με σχέση εργασιακής εξάρτησης από τον δράστη, αλλά αναζητά εργασία από αυτόν. Έτσι, δράστης του εγκλήματος μπορεί να είναι εκείνος από τον οποίο το θύμα αναζητά εργασία και ο οποίος, εκμεταλλευόμενος την αδύναμη αυτή θέση του θύματος υποχρεώνει το θύμα σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης. Η εγκληματική συμπεριφορά συνίσταται στην εκμετάλλευση της άμεσης ανάγκης του παθόντος να εργαστεί είτε στο δημόσιο, είτε στον ιδιωτικό τομέα.

Η Τρίτη και τελευταία μορφή του εγκλήματος, στρέφεται εναντίον προσώπου που έχει εισαχθεί στα αναφερόμενα ανωτέρω στο νόμο ιδρύματα και με κατάχρηση της θέσης του ο δράστης  υποχρεώνει το θύμα σε γενετήσια πράξη.

Και στην προκείμενη περίπτωση, δράστης του εγκλήματος, μπορεί να είναι μόνο πρόσωπο εργαζόμενο στα ρητώς και περιοριστικώς αναφερόμενα στο νόμο ιδρύματα (φυλακές, κρατητήρια, σχολές, παιδαγωγικά ιδρύματα, νοσοκομεία, κλινικές και εν γένει θεραπευτήρια και αναρρωτήρια, καθώς και έτερα ιδρύματα περίθαλψης προσώπων όπως άσυλα, δομές φιλοξενίας αστέγων, συσσίτια).

Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αρκεί ακόμη και ενδεχόμενος δόλος. Ο δόλος πρέπει να περιλαμβάνει τη γνώση όλων των στοιχείων που συντείνουν στη σχέση εξάρτησης του θύματος από το δράστη καθώς και την ανάλογη βούληση του δράστη να εκμεταλλευτεί αυτή τη σχέση, για να επιχειρήσει γενετήσια πράξη.

Συχνό φαινόμενο δε αποτελεί η συρροή της ανωτέρω ποινικά κολάσιμης πράξης, με έτερα γενετήσια εγκλήματα (πχ βιασμός, κατάχρηση ανίκανου, γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους κ.λπ). Η οριοθέτηση της ευρύτατης έννοιας της κατάχρησης και ο περιορισμός αυτής από έτερα συναφή ποινικά αδικήματα που πλήττουν την γενετήσια ελευθερία, απαιτούν ιδιαίτερη εξειδίκευση και εμπεριστατωμένη γνώση του αντικειμένου, για την εξάλειψη των πλείονων συρρεουσών ποινικών διατάξεων.

Γενικότερα, τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, αποτελούν ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο του ποινικού δικαίου, όπου απαιτείται ιδιαίτερη και εξειδικευμένη γνώση από έναν έμπειρο ποινικολόγο, προκειμένου να γίνει η ορθή και άρτια διαχείριση και εκπροσώπηση των προσώπων που εμπλέκονται σε συναφείς υποθέσεις. Ο εν λόγω τομέας του ποινικού δικαίου, είναι ιδιαίτερα πολύπλοκος, λόγω των λεπτών νομικών εννοιών, οι οποίες όμως έχουν βαρύνουσα σημασία για τον χαρακτηρισμό των αξιόποινων πράξεων ως κακουργημάτων ή πλημμελημάτων. Για το λόγο αυτό, απαιτούνται έμπειροι ποινικολόγοι στις σχετικές ποινικές δίκες.

Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους  έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης.  Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.

Επικοινωνήστε μαζί μας τώρα: +30 6959406687