Η αξιόποινη πράξη της ληστείας, η οποία βάλει κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας, τυποποιείται στο άρθρο 380 του Ποινικού Κώδικα. Ειδικότερα, πρόκειται για ένα σύνθετο έγκλημα, καθότι τυποποιεί δύο επιμέρους και αυτοτελείς αξιόποινες πράξεις, ήτοι την παράνομη βία, η οποία εξωτερικεύεται και στρέφεται κατά της προσωπικής ελευθερίας του ανθρώπου και ακόλουθα την κλοπή, ήτοι την αφαίρεση πράγματος από την κατοχή άλλου με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση του, η οποία στρέφεται κατά της ιδιοκτησίας – περιουσίας του προσώπου.
Περαιτέρω, το αδίκημα της ληστείας, χαρακτηρίζεται ως υπαλλακτικώς μεικτό έγκλημα, υπό την έννοια ότι η εναλλαγή των τριών μορφών ληστείας (strict sensu ληστεία, ληστρική κλοπή και ληστρική εκβίαση) από τον ίδιο δράστη στο πλαίσιο της ίδιας συμπεριφοράς δεν συνιστά πολλαπλές ληστείες αλλά μόνο μια υπό τον όρο πάντοτε ότι πλήττεται μια μονάδα εννόμου αγαθού (ένα είναι το θύμα) ή μια μόνο ενέργεια και όχι περισσότερες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 380 ΠΚ:
Όποιος με σωματική βία εναντίον προσώπου (ληστεία stricto sensu) ή με απειλές ενωμένες με επικείμενο κίνδυνο σώματος ή ζωής (ληστρική εκβίαση) αφαιρεί από άλλον ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα ή τον εξαναγκάζει να του το παραδώσει για να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με κάθειρξη και χρηματική ποινή (ήτοι, πλαίσιο ποινής 5 – 20 έτη).
Αν από την πράξη επήλθε ο θάνατος κάποιου προσώπου ή βαριά σωματική βλάβη ή αν η πράξη εκτελέστηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα εναντίον προσώπου, επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη.
Οι ποινές των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται και σε εκείνον που καταλήφθηκε επ’ αυτοφώρω να κλέβει και μεταχειρίζεται σωματική βία εναντίον προσώπου ή απειλές ενωμένες με επικείμενο κίνδυνο σώματος ή ζωής για να διατηρήσει το κλοπιμαίο. (ληστρική κλοπή).
Ως στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του εν λόγω κακουργήματος νοούνται α) ο δράστης του εγκλήματος β) το αντικείμενο του εγκλήματος γ) η προσβολή εννόμου αγαθού δ) το αποτέλεσμα πράξης και στην περίπτωση του εκ του αποτελέσματος διακρινόμενου εγκλήματος της παραγράφου 2 (του θανάτου ή της βαριάς σωματικής βλάβης ή της ιδιαίτερης σκληρότητας του δράστη) μια εξωτερικά αμελής πράξη του δράστη.
Κύριο αντικείμενο που εξατομικεύει το προσβαλλόμενο έννομο αγαθό αποτελεί το ξένο (ολικά η μερικά) αντικείμενο- κινητό πράγμα έστω και αν τυγχάνει μικρής αξίας. Το προσβαλλόμενο έννομο αγαθό της περιουσίας δύναται να προσβληθεί με α) βίαιη αφαίρεση ξένου κινητού πράγματος, β) εξαναγκασμό άλλου σε παράδοση του πράγματος στο δράστη, γ) εξαναγκασμό ή άσκηση βίας κατά άλλου για διατήρηση των κλοπιμαίων.
Έχει κριθεί νομολογιακά πως παρότι η βία και ο εξαναγκασμός δύνανται να στραφούν κατά περισσοτέρων προσώπων, το έγκλημα της ληστείας παραμένει ωστόσο ένα.
Για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ληστείας, απαιτείται ακόμη και ενδεχόμενος δόλος, ο οποίος να περικλείει τη γνώση και τη θέληση και των δύο στοιχείων, ήτοι τη σωματική βία ή τον εξαναγκασμό και την παράνομη ιδιοποίηση του πράγματος.
Η απόπειρα ληστείας υφίσταται από την έναρξη της μερικότερης πράξης, που συνιστά αρχή εκτέλεσης της παράνομης βίας, ήτοι από τη στιγμή που ο δράστης έχοντας αποφασίσει την τέλεση ληστείας, αρχίζει είτε την πράξη της απειλής, είτε την πράξη σωματικής βίας, με την οποία επιδιώκει να ξεπεράσει την αντίσταση του θύματος, με την επενέργεια πάνω στο σώμα του τελευταίου. Βέβαια, στην παρούσα περίπτωση, ισχυρό ρόλο διαδραματίζει η επιχειρηματολογία του δικηγόρου υπεράσπισης, διότι τα όρια μεταξύ τετελεσμένης παράνομης βίας (πλημμέλημα) και απόπειρας ληστείας (κακούργημα) είναι δυσδιάκριτά, όπου η αποδοχή του ενός ή του έτερου αδικήματος, διαδραματίζει πολύ μεγάλο ρόλο, καθότι αλλάζει εντελώς το πλαίσιο των απειλούμενων ποινών.
Θα πρέπει δε να σημειωθεί πως με το νέο Ποινικό Κώδικα, η κάλυψη του προσώπου, είτε η αλλοίωση των χαρακτηριστικών του δράστη (κουκούλες – sullface) δε συνιστούν πλέον επιβαρυντική περίσταση. Συναφώς, με τον νέο ποινικό κώδικα, απαλείφθηκε και η επιβαρυντική περίσταση τέλεσης της ληστείας με πυροβόλα και άλλα όπλα, η οποία βέβαια, ενδέχεται να εξεταστεί υπό προϋποθέσεις στο πλαίσιο της παραγράφου 2 (τέλεση της πράξης με ιδιαίτερη σκληρότητα).
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.
Δικηγόρος – Ποινικολόγος, Δικηγόρος για Ληστεία
Η αξιόποινη πράξη της ληστείας, η οποία βάλει κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας, τυποποιείται στο άρθρο 380 του Ποινικού Κώδικα. Ειδικότερα, πρόκειται για ένα σύνθετο έγκλημα, καθότι τυποποιεί δύο επιμέρους και αυτοτελείς αξιόποινες πράξεις, ήτοι την παράνομη βία, η οποία εξωτερικεύεται και στρέφεται κατά της προσωπικής ελευθερίας του ανθρώπου και ακόλουθα την κλοπή, ήτοι την αφαίρεση πράγματος από την κατοχή άλλου με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση του, η οποία στρέφεται κατά της ιδιοκτησίας – περιουσίας του προσώπου.
Περαιτέρω, το αδίκημα της ληστείας, χαρακτηρίζεται ως υπαλλακτικώς μεικτό έγκλημα, υπό την έννοια ότι η εναλλαγή των τριών μορφών ληστείας (strict sensu ληστεία, ληστρική κλοπή και ληστρική εκβίαση) από τον ίδιο δράστη στο πλαίσιο της ίδιας συμπεριφοράς δεν συνιστά πολλαπλές ληστείες αλλά μόνο μια υπό τον όρο πάντοτε ότι πλήττεται μια μονάδα εννόμου αγαθού (ένα είναι το θύμα) ή μια μόνο ενέργεια και όχι περισσότερες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 380 ΠΚ:
Ως στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του εν λόγω κακουργήματος νοούνται α) ο δράστης του εγκλήματος β) το αντικείμενο του εγκλήματος γ) η προσβολή εννόμου αγαθού δ) το αποτέλεσμα πράξης και στην περίπτωση του εκ του αποτελέσματος διακρινόμενου εγκλήματος της παραγράφου 2 (του θανάτου ή της βαριάς σωματικής βλάβης ή της ιδιαίτερης σκληρότητας του δράστη) μια εξωτερικά αμελής πράξη του δράστη.
Κύριο αντικείμενο που εξατομικεύει το προσβαλλόμενο έννομο αγαθό αποτελεί το ξένο (ολικά η μερικά) αντικείμενο- κινητό πράγμα έστω και αν τυγχάνει μικρής αξίας. Το προσβαλλόμενο έννομο αγαθό της περιουσίας δύναται να προσβληθεί με α) βίαιη αφαίρεση ξένου κινητού πράγματος, β) εξαναγκασμό άλλου σε παράδοση του πράγματος στο δράστη, γ) εξαναγκασμό ή άσκηση βίας κατά άλλου για διατήρηση των κλοπιμαίων.
Έχει κριθεί νομολογιακά πως παρότι η βία και ο εξαναγκασμός δύνανται να στραφούν κατά περισσοτέρων προσώπων, το έγκλημα της ληστείας παραμένει ωστόσο ένα.
Για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ληστείας, απαιτείται ακόμη και ενδεχόμενος δόλος, ο οποίος να περικλείει τη γνώση και τη θέληση και των δύο στοιχείων, ήτοι τη σωματική βία ή τον εξαναγκασμό και την παράνομη ιδιοποίηση του πράγματος.
Η απόπειρα ληστείας υφίσταται από την έναρξη της μερικότερης πράξης, που συνιστά αρχή εκτέλεσης της παράνομης βίας, ήτοι από τη στιγμή που ο δράστης έχοντας αποφασίσει την τέλεση ληστείας, αρχίζει είτε την πράξη της απειλής, είτε την πράξη σωματικής βίας, με την οποία επιδιώκει να ξεπεράσει την αντίσταση του θύματος, με την επενέργεια πάνω στο σώμα του τελευταίου. Βέβαια, στην παρούσα περίπτωση, ισχυρό ρόλο διαδραματίζει η επιχειρηματολογία του δικηγόρου υπεράσπισης, διότι τα όρια μεταξύ τετελεσμένης παράνομης βίας (πλημμέλημα) και απόπειρας ληστείας (κακούργημα) είναι δυσδιάκριτά, όπου η αποδοχή του ενός ή του έτερου αδικήματος, διαδραματίζει πολύ μεγάλο ρόλο, καθότι αλλάζει εντελώς το πλαίσιο των απειλούμενων ποινών.
Θα πρέπει δε να σημειωθεί πως με το νέο Ποινικό Κώδικα, η κάλυψη του προσώπου, είτε η αλλοίωση των χαρακτηριστικών του δράστη (κουκούλες – sullface) δε συνιστούν πλέον επιβαρυντική περίσταση. Συναφώς, με τον νέο ποινικό κώδικα, απαλείφθηκε και η επιβαρυντική περίσταση τέλεσης της ληστείας με πυροβόλα και άλλα όπλα, η οποία βέβαια, ενδέχεται να εξεταστεί υπό προϋποθέσεις στο πλαίσιο της παραγράφου 2 (τέλεση της πράξης με ιδιαίτερη σκληρότητα).
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.