Στη διάταξη του άρθρου 303 του Ποινικού Κώδικα, τυποποιεί η παιδοκτονία όπου συγκεκριμένα αναφέρεται: «Μητέρα που με πρόθεση σκότωσε το παιδί της κατά ή μετά τον τοκετό, αλλά ενώ εξακολουθούσε ακόμη η διατάραξη του οργανισμού της από αυτόν, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη». Ως εκ της ανωτέρω διάταξης, πρόκειται για κακούργημα όπου η απειλούμενη ποινή είναι από 5 έως 10 έτη κάθειρξη. Ως χαρακτηριστικά ενφαίνεται προστατευόμενο έννομο αγαθό, υψίστης σημασίας αποτελεί η ζωή του νεογέννητου, το οποίο προστατεύεται έτι περαιτέρω από το άρθρο 5 παρ 1 του Συντάγματος, το άρθρο 3 της Οικουμενικής διακήρυξης του ΟΗΕ και το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Ο πρωτεύοντας ρόλος της ανηλικότητας ωθεί στην έντονη ποινική απαξία της εν λόγω ποινικά κολάσιμης πράξης.
Η παιδοκτονία αποτελεί μη γνήσιο, ιδιαίτερο έγκλημα (όταν η ιδιαίτερη ιδιότητα ή σχέση επαυξάνει ή μειώνει το αξιόποινο μιας συμπεριφοράς). Κατά την κρατούσα δε άποψη, πρόκειται για ιδιώνυμο έγκλημα, υπό την έννοια ότι πρόκειται για μια ειδική μορφή ανθρωποκτονίας.
Στην αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος εντάσσεται:
Ο δράστης του εγκλήματος, που δύναται να είναι μόνον η μητέρα. Ως εκ τούτου, το υποκείμενο του εγκλήματος είναι ΜΟΝΟ η μητέρα και αντικείμενο του εγκλήματος το νεογέννητο παιδί εφόσον υπάρχει έναρξη της ανθρώπινης ζωής (το παιδί έχει γεννηθεί), ενώ κάθε πράξη πριν από το χρονικό αυτό όριο αποτελεί προσβολή εμβρύου. Εάν το έγκλημα τελεστεί από οποιονδήποτε άλλο, ακόμα και από τον πατέρα του παιδιού, τότε ΔΕΝ έχουμε παιδοκτονία αλλά ανθρωποκτονία.
Το έγκλημα της παιδοκτονίας, τελείται με την αφαίρεση της ζωής του τέκνου, κατά τη γέννηση του είτε αμέσως μετά από αυτή με οποιονδήποτε τρόπο πράξη ή παράλειψη, δεδομένου ότι η μητέρα έχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να διαφυλάξει το τέκνο της.
Περαιτέρω, για να υπάρχει παιδοκτονία και όχι ανθρωποκτονία, θα πρέπει πράξη να λάβει χώρα ενόσω διαρκούσε η διατάραξη του οργανισμού της μητέρας από τον τοκετό. Τούτο συμβαίνει καθώς πρόκειται για μια επιεικέστερη αντιμετώπιση μιας κατά τα λοιπά κοινής ανθρωποκτονίας, καθότι κατά την εισηγητική έκθεση του νόμου, λαμβάνεται υπόψη πως (εφόσον αποδειχθεί) η μητέρα βρίσκεται σε μια ιδιάζουσα σωματική και διανοητική κατάσταση από τις προκαλούμενες από τον τοκετό οργανικής φύσεως διαταράξεις. Η σκέψη πίσω από την τυποποίηση της παιδοκτονίας και της επιεικέστερης ποινική μεταχείρισης της μητέρας, είναι πως στη μητέρα, προκαλείται μια οργανική εξάντληση λόγω των ισχυρών ωδίνων του τοκετού, της απώλειας ποσότητας αίματος, του ραγδαίου ερεθισμού του νευρικού της συστήματος και όλες τις λοιπές συνοδές οργανικές διαταραχές.
Για τον προσδιορισμό της χρονικής διάρκειας της διατάραξης του οργανισμού της μητέρας δεν υπάρχει ακριβές χρονικό όριο. Ο προσδιορισμός δηλαδή του χρόνου αποτελεί ζήτημα πραγματικό το οποίο πρέπει να αποδειχθεί και αξιολογείται από το αποδεικτικό υλικό. Κατά τον προγενέστερο ποινικό κώδικα η επιεικής μεταχείριση της μητέρας δικαιολογούνταν μόνον όταν η πράξη λάμβανε χώρα μέσα στις πρώτες είκοσι τέσσερις ώρες μετά τον τοκετό. Νομολογιακά ωστόσο στην πράξη κρίνεται κατά περίπτωση, οπότε έχει αναγνωριστεί σε κάποιες περιπτώσεις πως το όριο αυτό δε δύναται να ξεπερνά τις λίγες ώρες μετά τον τοκετόείτε σε διάφορη περίπτωση έχει επεκταθεί στις επτά με δέκα ημέρες μετά τη γέννηση του τέκνου. Σε κάθε περίπτωση εάν η θανάτωση του βρέφους συντελεστεί σε μεταγενέστερο από τους ανωτέρω χρόνους, θα πρόκειται πλέον για ανθρωποκτονία με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και όχι για παιδοκτονία.
Για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης απαιτείτε δόλος οποιουδήποτε βαθμού, κατευθυνόμενος στην αφαίρεση της ζωής του τέκνου. Αν η μητέρα θανατώσει έτερο νεογέννητο νομίζοντας ότι είναι δικό της κατ’ εφαρμογή των διατάξεων περί πραγματικής πλάνης θα υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος άρθρου για παιδοκτονία.
Αξίζει να επισημανθεί πως η προνομιακή μεταχείριση του άρθρου 303 αφορά μόνον τη μητέρα. Τρίτος ηθικός αυτουργός είτε συναυτουργός θα αντιμετωπιστεί βάσει των διατάξεων των άρθρων 49.2 και 299 του ΠΚ, ήτοι της κοινής ανθρωποκτονίας.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή εμπειρία και διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.
Στη διάταξη του άρθρου 303 του Ποινικού Κώδικα, τυποποιεί η παιδοκτονία όπου συγκεκριμένα αναφέρεται: «Μητέρα που με πρόθεση σκότωσε το παιδί της κατά ή μετά τον τοκετό, αλλά ενώ εξακολουθούσε ακόμη η διατάραξη του οργανισμού της από αυτόν, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη». Ως εκ της ανωτέρω διάταξης, πρόκειται για κακούργημα όπου η απειλούμενη ποινή είναι από 5 έως 10 έτη κάθειρξη. Ως χαρακτηριστικά ενφαίνεται προστατευόμενο έννομο αγαθό, υψίστης σημασίας αποτελεί η ζωή του νεογέννητου, το οποίο προστατεύεται έτι περαιτέρω από το άρθρο 5 παρ 1 του Συντάγματος, το άρθρο 3 της Οικουμενικής διακήρυξης του ΟΗΕ και το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Ο πρωτεύοντας ρόλος της ανηλικότητας ωθεί στην έντονη ποινική απαξία της εν λόγω ποινικά κολάσιμης πράξης.
Η παιδοκτονία αποτελεί μη γνήσιο, ιδιαίτερο έγκλημα (όταν η ιδιαίτερη ιδιότητα ή σχέση επαυξάνει ή μειώνει το αξιόποινο μιας συμπεριφοράς). Κατά την κρατούσα δε άποψη, πρόκειται για ιδιώνυμο έγκλημα, υπό την έννοια ότι πρόκειται για μια ειδική μορφή ανθρωποκτονίας.
Στην αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος εντάσσεται:
Ο δράστης του εγκλήματος, που δύναται να είναι μόνον η μητέρα. Ως εκ τούτου, το υποκείμενο του εγκλήματος είναι ΜΟΝΟ η μητέρα και αντικείμενο του εγκλήματος το νεογέννητο παιδί εφόσον υπάρχει έναρξη της ανθρώπινης ζωής (το παιδί έχει γεννηθεί), ενώ κάθε πράξη πριν από το χρονικό αυτό όριο αποτελεί προσβολή εμβρύου. Εάν το έγκλημα τελεστεί από οποιονδήποτε άλλο, ακόμα και από τον πατέρα του παιδιού, τότε ΔΕΝ έχουμε παιδοκτονία αλλά ανθρωποκτονία.
Το έγκλημα της παιδοκτονίας, τελείται με την αφαίρεση της ζωής του τέκνου, κατά τη γέννηση του είτε αμέσως μετά από αυτή με οποιονδήποτε τρόπο πράξη ή παράλειψη, δεδομένου ότι η μητέρα έχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να διαφυλάξει το τέκνο της.
Περαιτέρω, για να υπάρχει παιδοκτονία και όχι ανθρωποκτονία, θα πρέπει πράξη να λάβει χώρα ενόσω διαρκούσε η διατάραξη του οργανισμού της μητέρας από τον τοκετό. Τούτο συμβαίνει καθώς πρόκειται για μια επιεικέστερη αντιμετώπιση μιας κατά τα λοιπά κοινής ανθρωποκτονίας, καθότι κατά την εισηγητική έκθεση του νόμου, λαμβάνεται υπόψη πως (εφόσον αποδειχθεί) η μητέρα βρίσκεται σε μια ιδιάζουσα σωματική και διανοητική κατάσταση από τις προκαλούμενες από τον τοκετό οργανικής φύσεως διαταράξεις. Η σκέψη πίσω από την τυποποίηση της παιδοκτονίας και της επιεικέστερης ποινική μεταχείρισης της μητέρας, είναι πως στη μητέρα, προκαλείται μια οργανική εξάντληση λόγω των ισχυρών ωδίνων του τοκετού, της απώλειας ποσότητας αίματος, του ραγδαίου ερεθισμού του νευρικού της συστήματος και όλες τις λοιπές συνοδές οργανικές διαταραχές.
Για τον προσδιορισμό της χρονικής διάρκειας της διατάραξης του οργανισμού της μητέρας δεν υπάρχει ακριβές χρονικό όριο. Ο προσδιορισμός δηλαδή του χρόνου αποτελεί ζήτημα πραγματικό το οποίο πρέπει να αποδειχθεί και αξιολογείται από το αποδεικτικό υλικό. Κατά τον προγενέστερο ποινικό κώδικα η επιεικής μεταχείριση της μητέρας δικαιολογούνταν μόνον όταν η πράξη λάμβανε χώρα μέσα στις πρώτες είκοσι τέσσερις ώρες μετά τον τοκετό. Νομολογιακά ωστόσο στην πράξη κρίνεται κατά περίπτωση, οπότε έχει αναγνωριστεί σε κάποιες περιπτώσεις πως το όριο αυτό δε δύναται να ξεπερνά τις λίγες ώρες μετά τον τοκετό είτε σε διάφορη περίπτωση έχει επεκταθεί στις επτά με δέκα ημέρες μετά τη γέννηση του τέκνου. Σε κάθε περίπτωση εάν η θανάτωση του βρέφους συντελεστεί σε μεταγενέστερο από τους ανωτέρω χρόνους, θα πρόκειται πλέον για ανθρωποκτονία με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και όχι για παιδοκτονία.
Για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης απαιτείτε δόλος οποιουδήποτε βαθμού, κατευθυνόμενος στην αφαίρεση της ζωής του τέκνου. Αν η μητέρα θανατώσει έτερο νεογέννητο νομίζοντας ότι είναι δικό της κατ’ εφαρμογή των διατάξεων περί πραγματικής πλάνης θα υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος άρθρου για παιδοκτονία.
Αξίζει να επισημανθεί πως η προνομιακή μεταχείριση του άρθρου 303 αφορά μόνον τη μητέρα. Τρίτος ηθικός αυτουργός είτε συναυτουργός θα αντιμετωπιστεί βάσει των διατάξεων των άρθρων 49.2 και 299 του ΠΚ, ήτοι της κοινής ανθρωποκτονίας.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή εμπειρία και διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.