Στην υπ’αριθμόν 301 διάταξη του Ποινικού Κώδικα, τυποποιείται το ποινικό αδίκημα της συμμετοχής σε αυτοκτονία. Το εν λόγω αδίκημα θεμελιώθηκε σε μια προσπάθεια του νομοθέτη να τιμωρήσει την προσβολή του αδύναμου ατόμου, που προκλήθηκε είτε μέσω του ελέγχου του από τρίτο άτομο είτε μέσω παροχής τέτοιας βοήθειας, ώστε δίχως τη συνδρομή του εν λόγω ατόμου, να μην ήταν δυνατή η πραγμάτωση της αυτοκτονίας.
Η συμμετοχή σε αυτοκτονία, αποτελεί έγκλημα κοινό, διότι δύναται να τελεσθεί από οποιονδήποτε, το οποίο ωστόσο έγκλημα έχει ως υλικό αντικείμενο τον άνθρωπο. Ως προκύπτει επακριβώς εκ ‘του νόμου : «Όποιος κατέπεισε άλλον να αυτοκτονήσει, αν τελέστηκε η αυτοκτονία ή έγινε απόπειρά της, καθώς και όποιος έδωσε βοήθεια κατά την τέλεσή της, η οποία διαφορετικά δεν θα ήταν εφικτή, τιμωρείται με φυλάκιση». Κατά συνέπεια, το πλαίσιο ποινής για την εν λόγω αξιόποινη πράξη κυμαίνεται μεταξύ 10 ημερών έως 5 ετών.
Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της συμμετοχής σε αυτοκτονία πληρούται όταν:
ο δράστης καταπείθει άλλον να αυτοκτονήσει. Κατάπειση αποτελεί η δημιουργία δια της ασκήσεως πειθούς στο θύμα, της απόφασης περί πραγμάτωσης της αυτοκτονίας. Η κατάπειση πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ίδιας βούλησης αυτοκτονίας στο θύμα (Εφ. Αθ. 2028/2013). Δημιουργία δηλαδή της ιδέας στο θύμα κατά τρόπο πλήρη και ακλόνητο, που προκύπτει ευθέως εν μέσω μιας διενεργηθείσας γλωσσικής επικοινωνίας. Ακόλουθα η ποινικά κολάσιμη αυτή ενέργεια πραγματώνεται και όταν
ο δράστης παρέχει βοήθεια στον αυτόχειρα κατά την αυτοκτονία. Η εν λόγω περίπτωση, αποτελεί και τη σπουδαιότερη επέμβαση του δράστη, η οποία αποτελεί την πλέον βασική μορφή τελέσεως της αξιόποινης πράξης της παρούσας διάταξης. Πρέπει ωστόσο, η βοήθεια να παρέχεται επακριβώς κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης με τρόπο κατά τον οποίο διαφορετικά δε θα καθίστατο εφικτή η αυτοκτονία. Ως προς το χρόνο παροχής της βοήθειας, ο ίδιος ο νομοθέτης προβλέπει αυτή πρέπει να δίδεται «κατά την τέλεση της πράξης». Τοιουτοτρόπως ως ευθέως προκύπτει αντανακλαστικά από τη Νομολογία, οποιαδήποτε άποψη που επεκτείνει το αξιόποινο σε έτερους χρόνους όπως πριν την τέλεση της πράξης (παροχή μέσων αυτοκτονίας, είτε αναγκαίων συμβουλών για τη μεθόδευση της), δε δύναται να γίνει αποδεκτή ως contra legem ερμηνεία του νόμου.
Συμπερασματικά προκύπτει πως η τέλεση της αυτοκτονίας, είτε η απόπειρα αυτής συνιστά κατά μια έννοια έναν εξωτερικό όρο του αξιοποίνου αυτής, δεδομένου πως με ευθεία εφαρμογή των στοιχείων της αξιόποινης συμμετοχικής πράξης θα πρέπει η κύρια πράξη είτε να έχει ολοκληρωθεί είτε να έχει πραγματωθεί απόπειρα αυτής, ήτοι να υπάρξει αρχή εκτέλεσης, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί και διασαφηνιστεί από τη νομολογία.
Στο κεφάλαιο της υποκειμενικής υπόστασης για τη στοιχειοθέτηση της ανωτέρω κολάσιμης πράξης, επισημαίνεται πως, προ της τροποποιήσεως του νόμου, ο δράστης ο οποίος «κατέπειθε» έτερο άτομο να προχωρήσει στην αυτοχειρία, απαιτείτο να διέθετε άμεσο δόλο α’ βαθμού, διότι όφειλε με πρόθεση να δημιουργήσει στον αυτόχειρα την πρόθεση περί αυτοκτονίας, είτε περί απόπειρας αυτής. Ωστόσο πλέον, με τον εν ισχύ ποινικό κώδικα και την απαλοιφή της λέξης «με πρόθεση», αρκεί δόλος κάθε μορφής, καθιστώντας κατ αυτό το τρόπο αυστηρότερη την προκείμενη ποινική διάταξη.
Επισημαίνεται δε πως η επέλευση θανάτου προσμετράται μόνον στο στάδιο επιμέτρησης της ποινής. Η πλάνη αναφορικά με το αν η συμπεριφορά του δράστη συνιστά κατάπειση ή βοήθεια σε αυτοκτονία κατά τρόπο που αυτή διαφορετικά δε θα ήταν εφικτή, είναι πραγματική, και εφόσον αυτή προκύψει τότε αποκλείει το δόλο του δράστη, ο οποίο, ως εκ τούτου, θα πρέπει να κηρυχθεί αθώος.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή εμπειρία και διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.
Στην υπ’αριθμόν 301 διάταξη του Ποινικού Κώδικα, τυποποιείται το ποινικό αδίκημα της συμμετοχής σε αυτοκτονία. Το εν λόγω αδίκημα θεμελιώθηκε σε μια προσπάθεια του νομοθέτη να τιμωρήσει την προσβολή του αδύναμου ατόμου, που προκλήθηκε είτε μέσω του ελέγχου του από τρίτο άτομο είτε μέσω παροχής τέτοιας βοήθειας, ώστε δίχως τη συνδρομή του εν λόγω ατόμου, να μην ήταν δυνατή η πραγμάτωση της αυτοκτονίας.
Η συμμετοχή σε αυτοκτονία, αποτελεί έγκλημα κοινό, διότι δύναται να τελεσθεί από οποιονδήποτε, το οποίο ωστόσο έγκλημα έχει ως υλικό αντικείμενο τον άνθρωπο. Ως προκύπτει επακριβώς εκ ‘του νόμου : «Όποιος κατέπεισε άλλον να αυτοκτονήσει, αν τελέστηκε η αυτοκτονία ή έγινε απόπειρά της, καθώς και όποιος έδωσε βοήθεια κατά την τέλεσή της, η οποία διαφορετικά δεν θα ήταν εφικτή, τιμωρείται με φυλάκιση». Κατά συνέπεια, το πλαίσιο ποινής για την εν λόγω αξιόποινη πράξη κυμαίνεται μεταξύ 10 ημερών έως 5 ετών.
Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της συμμετοχής σε αυτοκτονία πληρούται όταν:
Συμπερασματικά προκύπτει πως η τέλεση της αυτοκτονίας, είτε η απόπειρα αυτής συνιστά κατά μια έννοια έναν εξωτερικό όρο του αξιοποίνου αυτής, δεδομένου πως με ευθεία εφαρμογή των στοιχείων της αξιόποινης συμμετοχικής πράξης θα πρέπει η κύρια πράξη είτε να έχει ολοκληρωθεί είτε να έχει πραγματωθεί απόπειρα αυτής, ήτοι να υπάρξει αρχή εκτέλεσης, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί και διασαφηνιστεί από τη νομολογία.
Στο κεφάλαιο της υποκειμενικής υπόστασης για τη στοιχειοθέτηση της ανωτέρω κολάσιμης πράξης, επισημαίνεται πως, προ της τροποποιήσεως του νόμου, ο δράστης ο οποίος «κατέπειθε» έτερο άτομο να προχωρήσει στην αυτοχειρία, απαιτείτο να διέθετε άμεσο δόλο α’ βαθμού, διότι όφειλε με πρόθεση να δημιουργήσει στον αυτόχειρα την πρόθεση περί αυτοκτονίας, είτε περί απόπειρας αυτής. Ωστόσο πλέον, με τον εν ισχύ ποινικό κώδικα και την απαλοιφή της λέξης «με πρόθεση», αρκεί δόλος κάθε μορφής, καθιστώντας κατ αυτό το τρόπο αυστηρότερη την προκείμενη ποινική διάταξη.
Επισημαίνεται δε πως η επέλευση θανάτου προσμετράται μόνον στο στάδιο επιμέτρησης της ποινής. Η πλάνη αναφορικά με το αν η συμπεριφορά του δράστη συνιστά κατάπειση ή βοήθεια σε αυτοκτονία κατά τρόπο που αυτή διαφορετικά δε θα ήταν εφικτή, είναι πραγματική, και εφόσον αυτή προκύψει τότε αποκλείει το δόλο του δράστη, ο οποίο, ως εκ τούτου, θα πρέπει να κηρυχθεί αθώος.
Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή εμπειρία και διαχείριση ποινικών υποθέσεων κακουργηματικής ή πλημμεληματικής φύσεως, με τους έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα συναφείς ποινικές υποθέσεις. Στόχος μας είναι η χάραξη μιας σωστής και άρτιας υπερασπιστικής γραμμής προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων του διωκόμενου προσώπου και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος του. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε και για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως για τελεσθέντα σε βάρος του, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της ενδεχόμενης μελλοντικής διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης. Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.