Δικηγόρος για ιατρική αμέλεια
Ιατρικό λάθος Δικηγόρος

Η σχέση που συνδέει έναν ασθενή με τον ιατρό που έχει αναλάβει τη θεραπεία του είναι άρρηκτη και κτίζεται συνήθως στη βάση μιας σχέσης εμπιστοσύνης, λόγω του ότι ο ασθενής, εμπιστεύεται στον θεράποντα του το πολυτιμότερο αγαθό του, τη ζωή και την υγεία του.

Ωστόσο, στο πλαίσιο μιας ιατρικής πράξης ή μιας θεραπείας, ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος ενός πιθανού λάθους από την πλευρά του ιατρού. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια οι περιπτώσεις έχουν αυξηθεί, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να χάνουν πολύτιμα αγαθά τους, ακόμα δε και στις δυστυχέστατες περιπτώσεις, οι συγγενείς των ασθενών χάνουν τον οικείο τους.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις, γίνεται πλέον λόγος για ιατρική αμέλεια. Ειδικότερα, Ιατρική αμέλεια υφίσταται, όταν ένας ιατρός, είτε ιδιώτης στο ιατρείο του, είτε στα πλαίσια της εργασίας του σε νοσοκομείο/νοσηλευτικό ίδρυμα, παραβαίνει τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, ήτοι τα διδάγματα αυτής και την πείρα που αποκτήθηκε από αυτή, δεν ενεργεί δηλαδή lege artis και διενεργεί πράξη η οποία φέρει χαρακτηριστικά μιας εξωτερικά αμελούς ενέργειας.

Οι κανόνες αυτοί, της ιατρικής επιστήμης, επιτάσσουν την επίδειξη της δέουσας προσοχής και επιμέλειας από τον ιατρό, στο πλαίσιο της εκτέλεσης της ιατρικής πράξης, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος πρόκλησης σωματικής βλάβης ή θανάτου σε αυτόν.

Ωστόσο, η πρόκληση μια τέτοιας βλάβης, δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου την ευθύνη του ιατρού λόγω αμελούς συμπεριφοράς. Για τη στοιχειοθέτηση αυτής της ευθύνης, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι η συμπεριφορά του ιατρού δεν κινήθηκε  εντός του πλαισίου κανόνων της ιατρικής επιστήμης. Κρίσιμο είναι να εντοπιστεί αν οι βλάβες αυτές ή ο θάνατος οφείλονται στον ιατρό ή όχι, γεγονός το οποίο είναι κάποιες φορές εξαιρετικά δύσκολο να ανιχνευθεί.

Ο συγκεκριμένος κλάδος δικαίου, ο οποίος καταπιάνεται με περιπτώσεις ιατρικής αμέλειας, είναι ένας δύσκολος κλάδος ο οποίος απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις. Απαιτείται λοιπόν, ένας δικηγόρος για ιατρική αμέλεια με ιδιαίτερη εμπειρία. Είναι αναγκαίο ο Δικηγόρος για ιατρικό λάθος, να αντιληφθεί το επίδικο ιατρικό θέμα, γνωρίζοντας πλήρως τόσο το νομικό πλαίσιο και την υφιστάμενη νομολογία, όσο και τους ειδικούς εκείνους όρους της ιατρικής επιστήμης, ώστε αφενός μεν να αποδώσει με επάρκεια στο δικόγραφό του, αφετέρου δε να πείσει και να εξηγήσει τα αναφυόμενα ζητήματα στους δικαστές, προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Το δικηγορικό μας γραφείο, δια της σύνθεσης του από συνεργάτες άρτιας επιστημονικής και επαγγελματικής κατάρτισης στον τομέα της ιατρικής αμέλειας, διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία και κατάρτιση για την επιδίωξη και πραγμάτωση των αξιώσεων των εντολέων του σε υποθέσεις ιατρικής αμέλειας, με σημαντικές μέχρι σήμερα επιτυχίες.

Οι συνηθέστερες (ενδεικτικά) περιπτώσεις ιατρικής αμέλειας:

  1. Η λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή.
  2. Η λανθασμένη διάγνωση.
  3. Η λανθασμένη θεραπευτική πράξη.
  4. Η αγνόηση ή λανθασμένη ερμηνεία των εργαστηριακών εξετάσεων.
  5. Εσφαλμένη επιλογή ή εφαρμογή αναισθησίας.
  6. Η παραμέληση της εποπτείας του ασθενούς.
  7. Η μη υπόδειξη – εσφαλμένη υπόδειξη των ενδεδειγμένων εξετάσεων.
  8. Η παράλειψη ή εσφαλμένη ή ελλιπής θεραπευτικής ενημέρωση.
  9. Η εσφαλμένη φαρμακευτική αγωγή ή δοσολογία,
  10. Η μη αναγκαία επέμβαση.
  11. Το χειρουργικό λάθος ή η επέμβαση σε λάθος σημείο.
  12. Το γρήγορο εξιτήριο από το νοσοκομείο,
  13. Η ελλιπής μετανοσηλευτική θεραπεία ή εποπτεία.

Στις σχετικές με υποθέσεις ιατρικής αμέλειας δίκες, απαιτείται να αποδειχθεί ότι το ιατρικό σφάλμα, ήταν πράγματι ένα σφάλμα του ιατρού και όχι μια επιπλοκή η οποία δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί από τον ιατρό παρά τα μέτρα επιμέλειας τα οποία είχε λάβει. Θα πρέπει δηλαδή, να αξιολογηθεί εάν επρόκειτο για κάποια ιατρική πράξη μεγάλης επικινδυνότητας, την οποία γνώριζε ο ασθενής, αλλά και το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς, ως επίσης και το εάν ο ιατρός συμπεριφέρθηκε «lege artis», ήταν βάσει των κανόνων της ιατρικής και της δεοντολογίας, εάν δηλαδή έκανε τα ανθρωπίνως αλλά και τα εξ επαγγέλματος δυνατά ώστε να αποφευχθεί το επιζήμιο αποτέλεσμα.

 

Οι συνέπειες σε περίπτωση διαπίστωσης ιατρικής αμέλειας:

Ποινική ευθύνη του ιατρού:

Αντικειμενική Υπόσταση του αδικήματος:

Η ποινική ευθύνη στις περιπτώσεις της ιατρικής αμέλειας, ρυθμίζεται στις διατάξεις των άρθρων 302 και 314 του Ποινικού Κώδικα.

Σύμφωνα με το άρθρο 302 ΠΚ:

«Όποιος από αμέλεια σκότωσε άλλον, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 314ΠΚ το «Όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο (2) έτη ή χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας. Αν η σωματική βλάβη που προκλήθηκε είναι βαριά, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη, και αν αυτή είναι εντελώς ελαφρά, επιβάλλεται χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας».

Για την κατάφαση του αξιοποίνου χαρακτήρα της πράξης, θα πρέπει να υπάρχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  1. Εξωτερικά αμελής συμπεριφορά του ιατρού. *Εξωτερική αμέλεια ιατρού υφίσταται, στις περιπτώσεις που ο ιατρός δεν εξασκεί το λειτούργημα του κατά τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Όταν δηλαδή κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του, πραγματοποιεί πράξη ή παράλειψη, περιεχόμενό της είναι μία ή περισσότερες πλημμέλειες κατά την ιατρική πράξη, ήτοι ενέργειας που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το έννομο αγαθό της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του ασθενούς. Η καλούμενη εξωτερική αμέλεια ή, με άλλα λόγια, το αντικειμενικό ιατρικό σφάλμα υπάρχει όταν ο ιατρός ενεργεί κατά παράβαση ή απόκλιση από τους κοινά αναγνωρισμένους κανόνες ή τα εκάστοτε επιστημονικά δεδομένα της ιατρικής επιστήμης, τέχνης και πρακτικής. Όταν λοιπόν ο ιατρός ενεργεί με τρόπο που αποτελεί τέτοια παράβαση ή απόκλιση και πραγματώνει έτσι μία επικίνδυνη για τη ζωή ή την υγεία του ασθενούς ιατρική πράξη, πληρούται η πρώτη προϋπόθεση της ύπαρξης εξωτερικά πλημμελούς, δηλαδή εσφαλμένης, συμπεριφοράς. Η πλημμελής αυτή συμπεριφορά του ιατρού, μπορεί να οφείλεται είτε σε πράξη είτε σε παράλειψη του. Η δε αξιόποινη παράλειψη (διότι η παράλειψη τυγχάνει ποινικό αδίκημα μόνο όταν ο παραλείψας έχει κάποια ιδιαίτερη νομική υποχρέωση), καταφάσκει την ποινική ευθύνη του ιατρού, διότι σύμφωνα με το άρθρο 15 του Ποινικού Κώδικα ο ιατρός, λόγω της ιδιότητας του, έχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αξιόποινου αποτελέσματος, δηλαδή της σωματικής βλάβης με την έννοια της επιδείνωσης της υγείας του ασθενούς ή του θανάτου. Τέτοια ιδιαίτερη νομική υποχρέωση lege artis αντιμετώπισης ενός ιατρικού περιστατικού μπορεί να πηγάζει είτε ευθέως από το νόμο, όπως από τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, είτε από σύμβαση του ιατρού με τον ασθενή ή με φορέα παροχής ιατρικών υπηρεσιών, όπως είναι μία ιδιωτική κλινική, είτε τέλος από προηγηθείσα επικίνδυνη ιατρική πράξη του ιατρού στον ίδιο ασθενή που καλείται να περιθάλψει, όπως συμβαίνει στο τελευταίο από τα παραπάνω παραδείγματα.
    1. Παραδείγματα αξιόποινης πράξης ή παράλειψης ιατρού:
      1. Αξιόποινες ιατρικές πράξεις: Εσφαλμένη διάγνωση ή μη διάγνωση μιας νόσου, εσφαλμένη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, μη παραπομπή του ασθενούς σε ειδικό θάλαμο και την ανάληψη της διεξαγωγής ενός διαγνωστικού ή θεραπευτικού εγχειρήματος, εσφαλμένος χειρισμός κατά τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης, και ακούσια τρώση άλλου οργάνου, μη εκπλήρωση καθήκοντος ιατρικής μέριμνας και επιμέλειας.
      2. Αξιόποινες ιατρικές παραλείψεις: Εσφαλμένη αντιμετώπιση του περιστατικού, η οποία ειδικότερα μπορεί να συνίσταται σε μη έγκαιρη διακομιδή στο νοσοκομείο, σε σύσταση από τον εφημερεύοντα νοσοκομειακό ιατρό στον ασθενή για επιστροφή στην οικία του, ενώ ο τελευταίος έχρηζε νοσηλείας, μη έγκαιρη διενέργεια των κατάλληλων εργαστηριακών, απεικονιστικών ή προγεννητικών εξετάσεων, πλημμελής κλινική εξέταση του ασθενούς κατά την επίσκεψή του στο νοσοκομείο, παράλειψη εισαγωγής ή μη έγκαιρης εισαγωγής του ασθενούς στο χειρουργείο ή στη Μ.Ε.Θ., παράλειψη αφαίρεσης χειρουργικού εργαλείου (π.χ. βελόνης ή γάζας) από τη θωρακική κοιλότητα ή την κοιλιακή χώρα του ασθενούς, με αποτέλεσμα κίνδυνο σηψαιμίας, ανεπαρκούς παρακολούθηση του ασθενούς κατά τη διενέργεια της χειρουργικής επέμβασης ή διαγνωστικής εξετάσεως ή κατά την παραμονή του ασθενούς στο θάλαμο του νοσοκομείου, απουσία εφημερεύοντος ιατρού από το νοσοκομείο.
  2. Εσωτερικά αμελής συμπεριφορά του ιατρού.  Εσωτερική αμέλεια, κατ’ άρθρο 28 ΠΚ, υφίσταται όταν ο ιατρός δεν επιδεικνύει την επιβαλλόμενη προσοχή την οποία αφενός όφειλε και μπορούσε να επιδείξει κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες και περιστάσεις, σύμφωνα με τις προσωπικές του ικανότητες. Τα κριτήρια τα οποία εξετάζονται για την πλήρωση του στοιχείου της εσωτερικής αμέλειας, αφορούν, αφενός μεν τις συνθήκες που επικρατούσαν στην συγκεκριμένη περίπτωση (αντικειμενικό κριτήριο), αφετέρου δε στις ικανότητες και ιδιότητες του συγκεκριμένου ιατρού, κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης ή της παράλειψης (υποκειμενικό κριτήριο).
  3. Αιτιώδης σύνδεσμος, μεταξύ αμελούς συμπεριφοράς του ιατρού και ζημιογόνου αποτελέσματος. Κατά το τελευταίο στάδιο εξέτασης της ευθύνης του ιατρού, εξετάζεται εάν η εξωτερικά και εσωτερικά αμελής συμπεριφορά του ιατρού ήταν εκείνη που οδήγησε στο ζημιογόνο αποτέλεσμα. Κατά το τελικό αυτό στάδιο, σύμφωνα με τη θεωρία condition sine qua non (θεωρία του ισοδύναμου τον όρων), η οποία τυγχάνει κρατούσα στο ελληνικό ποινικό δίκαιο, θεωρείται ότι ο αιτιώδης σύνδεσμος υφίσταται όταν μεσολάβησε η οποιαδήποτε ενέργεια η οποία οδήγησε στο ζημιογόνο αποτέλεσμα και η οποία αν εξέλειπε η ζημία δεν θα είχε επέλθει. Με άλλα λόγια, κατά τη θεωρία αυτή, όρος ενός αποτελέσματος , είναι κάθε τι το οποίο δεν είναι δυνατόν να απαλειφθεί χωρίς να πάψει αυτόματα να υπάρχει και το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, όλοι δε οι όροι είναι ισοδύναμοι στην αιτιώδη αυτή «αλυσίδα», διότι αν σπάσει ένας από αυτούς, τότε καταστρέφεται και η αλυσίδα
    1. Υποκειμενική Υπόσταση του αδικήματος: Εφόσον πληρούται η κατά τοα ανωτέρω αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος, το δικαστήριο θα πρέπει να διερευνήσει αν τα ανωτέρω γεγονότα, μπορούν να αποδοθούν σε αμέλεια του ιατρού. Αμέλεια,  κατ’ άρθρο 28 του Ποινικού Κώδικα, συντρέχει όταν αξιόποινο αποτέλεσμα (η βλάβη) που προκλήθηκε οφείλεται σε   έλλειψη της προσοχής, την οποία ο ιατρός αφενός όφειλε να επιδείξει κάτω από τις εκάστοτε συγκεκριμένες συνθήκες και περιστάσεις και αφετέρου μπορούσε να επιδείξει με βάση τις ατομικές του ιδιότητες (πχ το επίπεδο επιστημονικής, επαγγελματικής κατάρτισης, εμπειρίας κ.λπ.). Σε περίπτωση που διαπιστωθεί πως συντρέχει τόσο η αντικειμενική, όσο και η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος, τότε μπορεί να γίνει λόγος για κατάφαση της αξιόποινης συμπεριφοράς του ιατρού και άρα για ιατρική αμέλεια και ως εκ τούτου, απαγγέλλεται πλέον, η ενοχή του ιατρού. Θα πρέπει δε να σημειωθεί, πως η ποινική ευθύνη δεν σχετίζεται κατ’ ανάγκη με την αστική, με αποτέλεσμα πολύ συχνά μία ιατρική συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) να επιφέρει τόσο ποινική, όσο και αστική ευθύνη. Ωστόσο, θα πρέπει πάντοτε να σταθμίζονται και ορισμένα πραγματικά δεδομένα. Ειδικότερα, σε ορισμένες επικίνδυνες και οριακές περιπτώσεις οι οποίες χρήζουν πολλές φορές άμεσων ενεργειών, χωρίς χρονικό περιθώριο στάθμισης καταστάσεων, όπου ο ασθενής μπορεί να χάσει τη ζωή του ή να επιδεινωθεί άμεσα η υγεία του, και λόγω της ιδιότητας του ο ιατρός υποχρεούται να πάρει το ρίσκο μιας δύσκολης ιατρικής πράξης. Η ιατρική αυτή πράξη, μπορεί να ενεργείται σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης ως αναγκαία ενέργεια, η οποία ωστόσο, μπορεί να έχει αμφίβολα αποτελέσματα. Εάν λοιπόν, η ενέργεια αυτή, αποβεί μοιραία, τότε δεν μπορεί να γίνει λόγος για ποινική ευθύνη του ιατρού. Διαφορετικά θα φτάναμε στην ακραία περίπτωση ένας ιατρός, να μην προσπαθήσει καν να επέμβει ακαριαία για να βοηθήσει τον ασθενή, διότι θα βρίσκονταν υπό τη δαμόκλειο σπάθα του ποινικού μηχανισμού και ως εκ τούτου, πολλές σωτήριες για τους ασθενείς ενέργειες ιατρών, δεν θα πραγματοποιούνταν με θλιβερά αποτελέσματα.

 

Αδικοπρακτική ευθύνη (Ευθύνη του ιατρού σε αποζημίωση):

H κατά κύριο λόγο συχνότερα εμφανιζόμενη ως νομική βάση σε αγωγές αποζημίωσης για ιατρική αμέλεια, είναι η αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού. Για να στοιχειοθετηθεί η αδικοπρακτική ευθύνη, θα πρέπει, ομοίως να διαπιστωθούν όσα ανωτέρω  εκτέθηκαν για την ποινική ευθύνη του ιατρού, εν προκειμένω όμως, υπό το πρίσμα του αστικού δικαίου.

  1. Οι προϋποθέσεις αδικοπρακτικής ευθύνης, κατ’ άρθρο 914 του Αστικού Κώδικα είναι οι ακόλουθες:
    1. Πράξη ή παράλειψη, ήτοι η ζημιογόνος πράξη ή η ζημιογόνος παράλειψη του ιατρού.
    2. Παρανομία. Το στοιχείο της παρανομίας, αφορά όσα αναφέρθηκαν και ανωτέρω για την αντικειμενική υπόσταση του ποινικού αδικήματος
    3. Υπαιτιότητα. Η υπαιτιότητα, αφορα στο υποκειμενικό στοιχείο της ενέργειας του ιατρού, ως αναφέρθηκε και ανωτέρω για την κατάφαση της υποκειμενικής υπόστασης του ποινικού αδικήματος. Ήτοι, εξετάζεται όταν αξιόποινο αποτέλεσμα (η βλάβη) που προκλήθηκε οφείλεται η τυχόν  έλλειψη της προσοχής, την οποία ο ιατρός αφενός όφειλε να επιδείξει κάτω από τις εκάστοτε συγκεκριμένες συνθήκες και περιστάσεις και αφετέρου μπορούσε να επιδείξει με βάση τις ατομικές του ιδιότητες (πχ το επίπεδο επιστημονικής, επαγγελματικής κατάρτισης, εμπειρίας κ.λπ.).
    4. Ζημία, δηλαδή η βλάβη που προκλήθηκε από τις ανωτέρω πράξεις.
    5. Αιτιώδης σύνδεσμος. Ως αναφέρθηκε και ανωτέρω, για την αιτιώδη συνάφεια υπό την ποινική αξιολόγηση της πράξης, το ζημιογόνο αποτέλεσμα, να συνδέεται και να ήταν αποτέλεσμα της πράξης ή της παράλειψης του ιατρού.

Σε περίπτωση που αποδειχθεί η αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού, αυτός οφείλει να προβεί στη καταβολή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος ασθενούς, κατά τα άρθρα 297 ΑΚ, 298 ΑΚ, 299 ΑΚ και 932 ΑΚ.

Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί, πως στην περίπτωση όπου ο ζημιώσας ιατρός, υπηρετεί σε δημόσιο νοσοκομείο, τότε φέρεται πλέον και η αδικοπρακτική ευθύνη του Δημοσίου, το οποίο είναι συν υπόχρεο σε αποζημίωση του παθόντος. Η ανωτέρω, εξωσυμβατική ευθύνη του Δημοσίου, ρυθμίζεται στις διατάξεις των άρθρων 104,105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, κατά τις οποίες «Για πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου, που ανάγονται σε έννομες σχέσεις του ιδιωτικού δικαίου ή σχετικές με την ιδιωτική του περιουσία, το δημόσιο ευθύνεται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τα νομικά πρόσωπα».
Κατά συνέπεια, στις περιπτώσεις αυτές, ο ζημιωθείς, μπορεί να στραφεί κατά του Δημοσίου αυτοτελώς, είτε κατά του Δημοσίου και του ιατρού από κοινού. Στην περίπτωση όπου η εν λόγω αγωγή ευδοκιμήσει, το Δημόσιο, καταβάλλει την επιδικασθείσα αποζημίωση και εκ των υστέρων, στρέφεται αναγωγικά κατά του ιατρού.
5. Συμβατική ευθύνη Ιατρικής Αμέλειας:
Η σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ ιατρού και ασθενή, είναι σύμβαση παροχής ιατρικών υπηρεσιών, η οποία  συνιστά σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα μια άτυπη σύμβαση που μπορεί να πραγματοποιηθεί και σιωπηρά, αφού δημιουργείται με την επίσκεψη του ασθενούς στον ιατρό, στάδιο κατά το οποίο ο ασθενής πραγματοποιεί τη λεγόμενη πρόταση για σύναψη σύμβασης και ακολουθεί η αποδοχή της προτάσεως από τον ιατρό, που γίνεται με τη παροχή των ιατρικών υπηρεσιών. Σημαντικό είναι να επισημανθεί πως, από τη δικαιοπρακτική βούληση των μερών, απορρέουν οι υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών. Η δικαιοπρακτική τους βούληση ερμηνεύεται κατά τα άρθρα 173 ΑΚ, 200 ΑΚ και 288 ΑΚ (περί καλής πίστης), των γενικών αρχών του αστικού δικαίου. Θα πρέπει να λεχθεί πως, η χρήση της νομικής βάσης της συμβατικής ευθύνης συναντάται πιο σπάνια, αφού δε καλύπτει το σκέλος της ηθικής βλάβης του ασθενούς.
6. Πειθαρχική ευθύνη του ιατρού στην Ιατρική Αμέλεια
Η πειθαρχική ευθύνη του ιατρού κρίνεται από τους Ιατρικούς Συλλόγους της χώρας (σε όποια από αυτές υπάγεται ο υπό κρίση ιατρός), στις οποίες λειτουργούν Πειθαρχικά Συμβούλια, τα οποία απαρτίζονται μόνο από ιατρούς. Τα συγκεκριμένα όργανα επιβάλλουν κυρώσεις στους ιατρούς, αναλογικά με το βαθμό αμέλειας που επέδειξαν καθώς κρίνουν σε πειθαρχικό επίπεδο το βαθμό της ιατρικής αμέλειας.

Συμπερασματικά
Οι υποθέσεις ιατρικής αμέλειας, κρίνονται  από τα Δικαστήρια (ποινικά και αστικά) και από τα  αρμόδια πειθαρχικά όργανα των Ιατρικών Συλλόγων. Τα αστικά δικαστήρια εστιάζουν στις νομικές βάσεις της συμβατικής ή της αδικοπρακτικής ευθύνης. Τα πειθαρχικά όργανα επιβάλλουν κυρώσεις, σε περίπτωση που διαπιστώσουν παράβαση ιατρικής δεοντολογίας από κάποιον ιατρό, κατά την ενάσκηση των ιατρικών καθηκόντων του.  Τέλος, τα ποινικά δικαστήρια εξετάζουν την ύπαρξη ή όχι εξωτερικής αμέλειας, εσωτερικής αμέλειας και αιτιώδους συνδέσμου στις ενέργειες ενός ιατρού, για να αποδοθεί η ποινική ευθύνη και να τιμωρηθεί ο ιατρός για τα αδικήματα, είτε της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά το άρθρο 302 ΠΚ, είτε της σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά το άρθρο 314 ΠΚ.
 
 

Το δικηγορικό μας γραφείο, με τη μακροσκελή διαχείριση υποθέσεων ιατρικής αμέλειας, με τους  έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες που το πλαισιώνουν και με επικεφαλής την ποινικολόγο Αναστασία Β. Κερχανατζίδου, υπ Διδάκτωρ Ποινικού Δικαίου, αναλαμβάνει υπεύθυνα και αξιόπιστα υποθέσεις ιατρικής αμέλειας, οι οποίες απαιτούν εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία.  Στόχος μας είναι η διαφύλαξη και πιστή τήρηση των δικαιωμάτων των εντολέων μας και η αποφυγή άδικων ή άστοχων αποφάσεων σε βάρος τους. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε για τη δικαίωση του παθόντος, δια της σύνταξης μηνύσεως – εγκλήσεως, για τελεσθέντα σε βάρος των εντολέων μας, παριστάμενοι για την υποστήριξη της κατηγορίας και της σύνταξης αγωγών διεκδίκησης σχετικής αποζημίωσης.  Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στα τηλέφωνα 210 5155994, 211 0131115, 6959406687 ή στο email: info@kerchanatzidou-law.gr.

 

Επικοινωνήστε μαζί μας τώρα: +30 6959406687